Αρχείο για Φεβρουαρίου 2012

Karolina Strassmayer – Drori Mondlak

Karolina Strassmayer / Drori Mondlak: “Joining Forces” (Lilypad Music)

Συντροφιά με τους ίδιους συνεργάτες και πάντα σε δική του ανεξάρτητη παραγωγή, ο ντράμερ Drori Montlak, μένει πιστός στον ήχο που έχει διαμορφώσει από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας και που στηρίζεται στο ποστ μποπ. Στα τρία μέχρι σήμερα CD του, το “Wake-up Call” (2003), το “Point in Time” (2008) και τώρα στο “Joining Forces”, η αυστριακή άλτο σαξοφωνίστα Karolina Strassmayer και ο κιθαρίστας Cary DeNigris είναι αμετακίνητα μέλη του κουαρτέτου του, όπου μόνο η θέση του μπασίστα δεν είναι παγιωμένη.

Η διαφορά εδώ, στο “Joining Forces” δηλαδή, είναι ότι η Strassmayer εμφανίζεται πια σε ρόλο co-leader. Καθένας τους, πλην του έμπειρου κοντραμπασίστα John Goldsby (ο οποίος αν και εμφανίζεται μάλλον ως sideman συμβάλλει τα μέγιστα στο όλο αποτέλεσμα και κάνει δυο-τρία δυνατά σόλο), μέσω των κομματιών που υπογράφει δίνει και το δικό του συνθετικό στίγμα. Από τις τέσσερις συνθέσεις της Strassmayer, το “Calling All Shadows” σε γρήγορο τέμπο, οδηγείται από μια σε στυλ Coltrane πνευματική ανάταση, ενώ στις υπόλοιπες τρεις, πιο περίπλοκες αρμονικά, είναι το λυρικό στοιχείο που επικρατεί, προφανώς όχι τυχαία αφού δείχνει να έχει μια έφεση στις μπαλάντες και στο μελωδικό παίξιμο. Ο DeNigris, ένας ολοκληρωμένος κιθαρίστας με γλυκό τόνο και όμορφες, ευρηματικές γραμμές σε οποιαδήποτε ταχύτητα, προτιμά να ανεβάσει τους τόνους με δυνατό φανκι ρυθμό στα “See You Later (On the Other Side)” και “What Was That”. Τέλος ο Montlak στο ιδιότροπο “After All” και το σόλο ντραμς “Overtime” φέρνει σε πρώτο πλάνο τη ρυθμική δεξιοτεχνία του. Όλα αυτά μαζί, συν η παλιομοδίτικη στάνταρντ μπαλάντα “If You Could See Me Now”, απαρτίζουν άκουσμα διάρκειας μιας ώρας που κυλά ευχάριστα και απολαυστικά.

www.drorimondlak.com

Jazz & Tzaz, Φεβρουάριος 2012

Jean-Michel Pilc

Following all paths

Όχι κόνσεπτ, όχι γενικεύσεις, στερεότυπα και προκαταλήψεις, καμιά προσπάθεια να αναλύσει αυτό που κάνει. Δεν λειτουργεί ποτέ βάσει σχεδίου και αισθάνεται σαν ένας μουσικός πομπός που εκπέμπει ό,τι ακούει και ό,τι περνά από μέσα του, επαναλαμβάνοντας με την πρώτη ευκαιρία τα λόγια του Πικάσο «Δε ζωγραφίζω, η ζωγραφική με χρησιμοποιεί» ή την απάντηση του Στραβίνσκι όταν τον είχαν ρωτήσει πώς έγραψε την «Ιεροτελεστία της Άνοιξης»: Απλά πέρασε από μέσα μου.

Αντίθετα στον κανόνα που θέλει την πλειονότητα των γνωστών μουσικών στις μέρες μας να έχουν συστηματικές σπουδές στα μεγάλα ωδεία, ο Jean-Michel Pilc είναι αυτοδίδακτος στην τζαζ. Μεγάλωσε σε ένα σπίτι γεμάτο από δίσκους και άκουγε μετά μανίας τον Bix Beiderbecke, μέσω του οποίου ανακάλυψε την τζαζ και που παραμένει μέχρι σήμερα ο αγαπημένος του μουσικός. Σπούδασε τηλεπικοινωνίες και στα μέσα της δεκαετίας του ‘80 δούλευε στο εθνικό κέντρο διαστημικών μελετών της Γαλλίας στο Παρίσι. Οι ώρες όμως που του απέμεναν για να ασχοληθεί με το πιάνο δεν του έφταναν και παράτησε αυτή τη δουλειά για να αφοσιωθεί στη μουσική. Το 1995 φτάνοντας τα τριάντα πέντε του χρόνια και έχοντας καθιερωθεί πλέον στην πατρίδα του, αισθάνθηκε ότι ήταν ο καιρός να ζήσει αυτό που έκανε στο μέγιστο βαθμό και εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη. Οι περισσότερες ηχογραφήσεις του είναι για τη γαλλική Dreyfus με το τρίο στο οποίο συμμετέχουν ο γάλλος μπασίστας Francois Moutin, που παίζει μαζί του εδώ και τριάντα χρόνια και ο ντράμερ Ari Hoenig. Πρόσφατα μεταπήδησε στη νεοϋρκέζικη Motema Music με την οποία κυκλοφόρησε το σόλο πιάνο “Essential” και το “Threedom” με το επανασυσταθέν τρίο με το συλλογικό πλέον όνομα Pilc Moutin Hoenig. Με αφορμή τα δύο αυτά CD μιλήσαμε μαζί του για να ανακαλύψουμε ένα ομιλητικό και αυθόρμητο συζητητή που αναπτύσσει με ευχέρεια και ειλικρίνεια ξεκάθαρες ιδέες και απόψεις.

επαφή: www.jmpilc.com

Συνέντευξη με τον Jean-Michel Pilc

Ως αυτοδίδακτος μουσικός που τώρα διδάσκεις, ποια είναι τα στοιχεία εκείνα που παροτρύνεις τους μαθητές σου να αναπτύξουν;

Στόχος μου ως δάσκαλος – αν και προτιμώ τη λέξη coach – είναι να δημιουργώ αυτοδίδακτους μουσικούς σαν και μένα. Η μουσική μου αναζήτηση ποτέ δεν βασίστηκε στο «πώς» αλλά στο «γιατί όχι;». Γιατί να μην προσπαθήσω να δοκιμάσω αυτό ή να κάνω το άλλο, να δω τι θα συμβεί; Να μελετήσω τα πάντα, να πειραματιστώ κυριολεκτικά με ο,τιδήποτε πέσει στα χέρια μου και να δω πού θα με πάει, να ακολουθήσω όλα τα μονοπάτια και να δω πού οδηγούν. Κι ύστερα να ξεχάσω όλα εκείνα στα οποία εξασκήθηκα και να επιστρέψω στη μουσική δημιουργία.

Αντί να είμαι ένας ακόμη δάσκαλος, που λέει στους μαθητές του τι να κάνουν και πότε να το κάνουν, σκοπός μου είναι να γίνομαι ο καταλύτης, χάρη στον οποίο μέχρι ένα σημείο αισθάνονται ότι η μουσική διαπερνά το σώμα και την ψυχή τους. Όταν το πετυχαίνω, βλέπω ολόκληρη τη φυσική τους εμφάνιση, ολόκληρο το σώμα τους φαίνεται πως αντιδρά διαφορετικά. Περνούν σε μια κατάσταση που λέει «αυτό είναι» και εκεί βρίσκεται όλη η ουσία. Ο ρόλος μου είναι να τους οδηγήσω σε αυτή την κατάσταση, σαν ένας καλός ψυχολόγος ή ένας καλός διευθυντής ορχήστρας. Δεν τους διδάσκω τίποτα, τους οδηγώ κάπου.

Δεν δίνεις λοιπόν έμφαση τόσο στην τεχνική, όσο στο τι μπορεί να κάνει κάποιος με αυτά που ξέρει;

Εξαρτάται από τον μαθητή. Προσαρμόζω το μάθημα στο πώς αισθάνομαι, το πώς ακούω και τι ακούω στο παίξιμο του καθενός. Για μένα το να διδάξω ένα μαθητή είναι πάντα μια ξεχωριστή εμπειρία που δεν μπορεί να αναπαραχθεί. Κάποιοι μαθητές χρειάζονται περισσότερες γνώσεις, κάποιοι περισσότερη τεχνική, αλλά κυρίως τους χρειάζεται να επιστρέψουν στην επαφή με την εσωτερική τους φωνή και τα συναισθήματα. Πολλοί παίζουν νότες που δεν τις ακούν καν ή δεν τις αισθάνονται. Αυτό είναι κάτι που το πετυχαίνει κανείς όταν ακούει, αισθάνεται και δουλεύει εξαρχής το ρυθμό και τη μελωδία.

Χρειάστηκες πολύ καιρό από τότε που εγκαταστάθηκες στη Νέα Υόρκη για να αισθανθείς σιγουριά για τον εαυτό σου;

Η λέξη σιγουριά είναι περισσότερο μια προσωπική υπόθεση για κάθε καλλιτέχνη, που υπακούει σε εσωτερικούς κύκλους παρά σε γεωγραφικές καταστάσεις. Κάποιες φορές αισθάνομαι σίγουρος, κάποιες άλλες βρίσκομαι σε τρομερή αμφιβολία και οπουδήποτε κι αν βρίσκομαι πάνω στον πλανήτη δεν έχει καμιά σημασία. Η μουσική είναι ένα σύμπαν από μόνη της και κάθε μουσικός μεταφέρει το δικό του ή το δικό της κόσμο. Για μένα αυτό είναι που έχει σημασία και όχι πού ζει και από πού είναι.

Όπως έχεις δηλώσει αρκετές φορές δεν έχεις ποτέ στο μυαλό σου οποιοδήποτε κόνσεπτ όταν συνθέτεις ή όταν παίζεις. Πώς επιλέγεις συνήθως το υλικό των άλμπουμ σου;

Εξαρτάται από το άλμπουμ. Κάποιες φορές όπως στο «True Story» (το τελευταίο μου με την εταιρεία Dreyfus), υπάρχουν πρωτότυπες συνθέσεις που παίζω με το γκρουπ μου και τις οποίες με φυσικό τρόπο τις ηχογραφώ και στο στούντιο. Δεν πρόκειται για κόνσεπτ, αλλά για υλικό που μου αρέσει να παίζω. Τα δύο πιο πρόσφατα CD για την εταιρεία Motema, το «Essential» και το «Threedom», αποτελούν εντελώς αυτοσχεδιαζόμενη μουσική, ενώ τα στάνταρντ έχουν παιχτεί χωρίς οποιαδήποτε προηγούμενη προετοιμασία. Σε όλες τις περιπτώσεις μόλις τελειώσει μια ηχογράφηση, περιμένω λίγες μέρες και ύστερα ακούω ό,τι έχει γραφτεί εξαρχής και επιλέγω αυτά που μου αρέσουν περισσότερο. Με άλλα λόγια απόλυτος οδηγός είναι η ποιότητα της ηχογραφημένης μουσικής και όχι κάποιος αυστηρός προγραμματισμός. Η μουσική και μόνο η μουσική έχει τον πρώτο ρόλο.

Γιατί συνήθως προτιμάς να δουλεύεις είτε με το σταθερό σου τρίο, είτε σόλο. Χρησιμοποιείς καθόλου μεγαλύτερα σχήματα;

Το είχα κάνει όταν ήμουν στη Γαλλία. Στο άλμπουμ «Big One» του 1993 συμμετείχαν  13 μουσικοί. Στην πραγματικότητα έχω γράψει και ακόμη γράφω πολύ υλικό για μεγαλύτερα σχήματα. Έχοντας γίνει πρόσφατα πατέρας η υλοποίηση αυτών των σχεδίων μου έχει καθυστερήσει, αλλά βεβαίως ελπίζω ότι θα καταφέρω να παίξω και να ηχογραφήσω αυτό το υλικό στο κοντινό μέλλον. Δεν προτιμώ να παίζω σόλο ή με το τρίο ή ο,τιδήποτε άλλο, καθώς κάθε σπουδαίο σχήμα σού προσφέρει μια μοναδική, ασύγκριτη μουσική ευχαρίστηση. Όμως είναι δυσκολότερο να δημιουργήσεις και να διατηρήσεις ένα μεγάλο σύνολο και μερικές φορές προτιμάς κάτι πιο απλό και με λιγότερα προβλήματα στη μουσική σου ζωή! Με άλλα λόγια περισσότερη μουσική και λιγότερα λογιστικά.

Ο Keith Jarrett έχει πει ότι σκοπός του standard trio του είναι να παίζει μουσική που τόσο εκείνος όσο και ο Gary Peacock και ο Jack DeJohnette την γνωρίζουν ήδη τόσο καλά, ώστε δεν χρειάζεται κανένας τους να πει ο,τιδήποτε για να προετοιμαστούν πριν αρχίσουν να παίζουν. Ποια είναι η προσέγγιση του δικού σου τρίο;

Κι εμείς δε λέμε κουβέντα που ξεκινήσουμε να παίζουμε! Κάποιες φορές δεν ξέρουμε καν ποιο standard πρόκειται να παίξουμε, μέχρι το κομμάτι στην κυριολεξία παιχτεί μόνο του. Και ποτέ δεν το ξαναπαίζουμε με τον ίδιο τρόπο, μέχρις σημείου να μη μοιάζει καθόλου ότι πρόκειται για το ίδιο κομμάτι. Είναι αυτό που λέμε αυτοσχέδια σύνθεση, δημιουργία ενός νέου μουσικού κομματιού κάθε φορά. Η μουσική παίζει εμάς αντί να συμβαίνει το αντίθετο.

Ένα μεγάλο μέρος από το τελικό αποτέλεσμα όταν παίζει κανείς με άλλους προέρχεται από την αλληλεπίδραση μαζί τους. Τι γίνεται όταν παίζει κανείς μόνος του, οπότε απουσιάζει αυτή η αλληλεπίδραση;

Είναι μια καλή ερώτηση. Έχω ανακαλύψει ότι όταν παίζει κανείς σόλο, στην πραγματικότητα δεν παίζει πιάνο αλλά διευθύνει μια ορχήστρα, με τη διαφορά ότι όλοι οι μουσικοί βρίσκονται στο μυαλό (και τα δάκτυλά του). Όπως το είχε θέσει περίφημα ο Jelly Roll Morton το πιάνο πρέπει πάντα να μιμείται μια ορχήστρα. Πιστεύω ότι όλοι οι μεγάλοι πιανίστες και συνθέτες όπως για παράδειγμα ο Μπετόβεν ή ο Σοπέν πριν από ο,τιδήποτε άλλο είναι ενορχηστρωτές. Σαν σόλο πιάνο αυτοσχεδιαστής πρέπει κανείς να ακούει, να αισθάνεται και να μεταφέρει ταυτόχρονα μια ολόκληρη ορχήστρα.

Η κυριότερη δυσκολία είναι ότι πρέπει να φαντάζεται και να δημιουργεί στο μυαλό του την κατάλληλη ορχήστρα, κάτι που μπορεί να είναι και πλεονέκτημα αφού μπορείς να διαλέγεις – ή και να διώχνεις – τους μουσικούς που θέλεις κάθε φορά, ακόμη και στη μέση ενός κομματιού. Επιπρόσθετα καθένας τους θα συνεισφέρει αρκετές ιδέες, κάτι πάλι που μπορεί να δημιουργήσει και πρόβλημα γιατί σε μια καλή μπάντα οι μουσικοί αλληλοσυμπληρώνονται αλλά και έρχονται σε αντιπαράθεση ο ένας με τον άλλο. Γι αυτό και το σόλο πιάνο είναι μια επικίνδυνη άσκηση, που σπάνια πετυχαίνει, και όταν πετυχαίνει συχνά θυμίζει σχιζοφρένεια ή σύνδρομο διχασμένης προσωπικότητας. Ακούστε για παράδειγμα το τρελό τρέξιμο του Art Tatum στη μέση ενός εντελώς απαλού και χαλαρού κομματιού, η τις παραπλανητικά απλές μελωδικές γραμμές του Monk να σχοινοβατούν πάνω από ένα ιλιγγιώδες αρμονικό βάραθρο.

Βρίσκεις καθόλου χρόνο να ακούσεις μουσική; Παρακολουθείς τι συμβαίνει στη σημερινή σκηνή;

Συνήθως ακούω αυτά τα οποία είμαι σίγουρος ότι μου αρέσουν. Έτσι αυτό τον καιρό είμαι πολύ συντηρητικός στα ακούσματά μου. Πρόσφατα άκουσα αρκετά «καινούρια» πράγματα στο YouTube, με ανάμεικτα συναισθήματα για να είμαι ειλικρινής.  Ίσως λόγω έλλειψης χρόνου ή λόγω αντίδρασης σε όλη αυτή τη μουσική που έχω μέσα στο μυαλό μου με προσελκύουν πράγματα τα οποία μου είναι οικεία και με συγκινούν περισσότερο. Θα πρέπει να παραδεχτώ ότι κυρίως πρόκειται για «κλασική μουσική», ένας όρος που δεν μου αρέσει καθόλου. Τον τελευταίο καιρό πέρασα μια μεγάλη περίοδο Σούμπερτ, δεν μπορούσα να χορτάσω τη μουσική του. Τα ακούσματά μου λειτουργούν με κύκλους. Μπορεί να κολλήσω σε ένα και μόνο συνθέτη, ή και σε ένα κομμάτι για μια μεγάλη χρονική περίοδο και να το ακούω με μανία.

Τι δουλεύεις αυτή τη στιγμή;

Παίζω πολύ Μπαχ, Μπετόβεν, Μότσαρτ και Σοπέν. Επίσης γράφω πάρα πολλή νέα μουσική που σκοπεύω να την περιλάβω σε ένα μελλοντικό άλμπουμ.

Jazz & Tzaz, Ιανουάριος 2012


Kατηγορίες

Email me:

vagarag at freemail.gr

Αρχείο

Blog Stats

  • 28.693 hits
Φεβρουαρίου 2012
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 12345
6789101112
13141516171819
20212223242526
272829