Αρχείο για 8 Ιανουαρίου 2011

Daniel Bennett

Folk jazz stories

Με αφορμή ένα κείμενο του Φώντα Τρούσα για το γνωστό καρτουνίστα Robert Crumb θυμήθηκα δύο άλμπουμ του Daniel Bennett που άκουσα πρόσφατα, μια και τα εξώφυλλα και των δύο δείχνουν την ασυνήθιστη εμμονή του νεαρού σαξοφωνίστα με τα καρτούν. Οι χαρακτήρες και τα σκίτσα που υπάρχουν σε αυτά συνδέονται άμεσα με τους τίτλους και το περιεχόμενο των συνθέσεών του, ενώ το ένα από τα CD (το άλλο είναι λάιβ), το “Legend of Bear Thompson” είναι το δεύτερο μέρος μιας τριλογίας όπου πρωταγωνιστούν τα αγαπημένα του ζώα, οι αρκούδες… Πέρα από αυτά, μια άλλη ιδιαίτερη προτίμηση του Bennett είναι αυτή για την αμερικάνικη φολκ, η οποία επηρεάζει σε τέτοιο βαθμό τις μελωδίες του και τον τρόπο που παίζει σαξόφωνο, φλάουτο και κλαρινέτο, που συνηθίζει να αποκαλεί τη μουσική του φολκ τζαζ.

Όταν o Bennett ήταν μαθητής ο διευθυντής της σχολικής μπάντας τού είχε πει ότι τα χείλη του ήταν πιο κατάλληλα για τρομπέτα, εκείνος όμως είχε επιλέξει εξαρχής το σαξόφωνο, όχι γιατί είχε από τόσο νωρίς κατασταλάξει ότι θα ασχολούνταν με την τζαζ -άκουγε άλλωστε παράλληλα κλασική, μινιμαλισμό, ποπ και φολκ- αλλά γιατί του φαινόταν ότι είναι το πιο εντυπωσιακό όργανο. Ο δρόμος που θα ακολουθούσε ξεκαθάρισε όταν στις αρχές της δεκαετίας πήγε στη Βοστόνη για να συνεχίσει τις σπουδές του στο New England Conservatory με δασκάλους όπως ο Jerry Bergonzi και ο George Garzone. Τότε περίπου έφτιαξε και το γκρουπ του. Ο ντράμερ Bob Moses ήταν εκείνος που εντόπισε στο παίξιμο του τις συνεχείς αναφορές στη φολκ και τον ώθησε να ψάξει εκεί τον ήχο του. Έτσι βρήκε την ταυτότητά του το Daniel Bennett Group, αρχικά ως τρίο με σαξόφωνο/φλάουτο, κιθάρα και κοντραμπάσο, ταιριάζοντας την αυτοσχεδιαστική ελευθερία του Ornette Coleman με τις λιτές φόρμες του Steve Reich και τις μελωδίες Nick Drake. Αυτά σε συνδυασμό με το ότι ο Bennett συνθέτει πάντα όχι με το πιάνο αλλά με μια κιθάρα και ότι του αρέσει να γράφει θέματα που τραγουδιούνται εύκολα, διαμόρφωσαν ένα λιτό στιλ που επικεντρώνεται πάντα γύρω από τη μελωδία και που συνήθως χρησιμοποιεί επαναλαμβανόμενες και απλές αρμονικές δομές. Το «A Nation of Bears» και το “Legend of Bear Thompson” ξεκίνησαν την τριλογία των αρκούδων που αναμένεται να συμπληρωθεί στις αρχές του 2011, ενώ πριν από λίγους μήνες ως κουαρτέτο πλέον, το Daniel Bennett Group κυκλοφόρησε το “Live at the Theatre”.

www.danielbennettgroup.com

Συνέντευξη με τον Daniel Bennett

Θα ‘θελες να μας πεις δυο λόγια για την τριλογία που έχει σχέση με τις αρκούδες;

Έχω μεγάλη μανία με τις αρκούδες. Συχνά μοιάζουν και συμπεριφέρονται σαν τους ανθρώπους. Τους αρέσει να τρώνε το φαγητό μας και μοιάζουν να εκδηλώνουν μια αίσθηση του χιούμορ που με αγγίζει. Το 2004 αποφάσισα να ηχογραφήσω τρία ξεχωριστά άλμπουμ που θα ακολουθούσαν μια ιστορία με χαλαρό περίγραμμα στην οποία θα πρωταγωνιστούσε ένας χαρακτήρας με το όνομα Bear Thompson. Το πρώτο από αυτά, το «A Nation of Bears» κυκλοφόρησε το 2004, ενώ το επόμενο ήταν το «The Legend of Bear Thompson» το 2007. Είμαι στην ευχάριστη θέση να αναγγείλω ότι ηχογραφούμε το τρίτο αυτό το φθινόπωρο και η παγκόσμια κυκλοφορία του θα γίνει τον Ιανουάριο του 2011.

Συνήθως δουλεύεις έχοντας στο μυαλό μια ιστορία που συνδέει τα κομμάτια μεταξύ τους;

Για να πω την αλήθεια τα τραγούδια συνδέονται πολύ χαλαρά με την ιστορία. Δεν θέλω η μουσική μου να ακολουθεί πιστά μια γραμμή. Αν όμως βρεθεί κάποιος στην κατάλληλη διάθεση μπορεί να βρει ότι υπάρχει μια σύνδεση ανάμεσα στα τραγούδια.

Πώς προέκυψε το ενδιαφέρον σου να σχετίζεις τη μουσική σου με καρτούν;

Τα λατρεύω τα καρτούν! Μου αρέσει να βλέπω όλες αυτές τις παλιές ιστορίες του Ντόναλντ Ντακ. Μεγάλωσα βλέποντας τον GI Joe και τον He-Man. Ακόμη και τώρα έχω πάνω από 300 φιγούρες του GI Joe. Η γυναίκα μου λέει ότι είμαι τρελός… Σκέψου ότι έχω όλες αυτές τις φιγούρες στολισμένες στο διαμέρισμά μας στο Μανχάταν… Είχα πάντα την αίσθηση ότι οι εικαστικές τέχνες και οι μουσική σχετίζονται στενά μεταξύ τους με πολλούς τρόπους.

Με ποιο τρόπο συνεργάζεσαι με τους καλλιτέχνες που φτιάχνουν τα καρτούν για τα CD σου;

Είχα την τύχη να συνεργαστώ με τον Timothy Banks που σκιτσάρισε το «A Nation of Bears» και το «Live at the Theatre». Ο  Timothy –που είναι ετεροθαλής αδελφός μου- έχει δουλέψει στο Cartoon Network και σε πολλές γνωστές εταιρείες. Στο «The Legend of Bear Thompson» συνεργάστηκα με τον Peter Lazarski που είναι πολύ γνωστός καρτουνίστας. Γράφει και σκιτσάρει στο ίντερνετ μια καταπληκτική σειρά κόμικς που λέγεται Imaginary Monsters (www.imaginarymonsters.com). Κάθε φορά που συνεργάζομαι με κάποιον του δίνω μια γενική ιδέα για το περιεχόμενο του άλμπουμ κι από κει και πέρα είναι ελεύθερος να φτιάξει ό,τι θέλει εκείνος.

Εκτός από την ιδέα με το χαρακτήρα που πρωταγωνιστεί στο άλμπουμ, τόσο τα θέματα όσο και οι τίτλοι των κομματιών δείχνουν κι αυτά μια δυνατή σχέση με τη φύση.

Ναι, μου το λένε συχνά αυτό. Δεν προσπαθώ να το κάνω με κάποιο συγκεκριμένο τρόπο, αλλά οι φολκ επιρροές που υπάρχουν στη μουσική μου φαίνεται ότι παραπέμπουν σε εικόνες από τη φύση.

Πολλοί αποκαλούν τη μουσική σου φολκ τζαζ. Υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο γεγονός που σε έκανε να αρχίζεις να συνδυάζεις τα δύο αυτά είδη;

Ναι. Το 2002 που ζούσα στη Βοστόνη και σπούδαζα στο New England Conservatory, είχα την τύχη να τζαμάρω κάμποσες φορές με τον ντράμερ Bob Moses. Ο Bob μου είπε ότι ακούγοντάς με να παίζω σαξόφωνο διέκρινε ότι ήμουν επηρεασμένος από την αμερικάνικη φολκ και με παρότρυνε να αναπτύξω το δικό μου ήχο. Εκείνη την εποχή επίσης είχα αρχίσει να γράφω δικά μου κομμάτια όπου υπήρχαν φολκ μελωδίες παιγμένες πάνω σε ασυνήθιστο μέτρημα. Πάντα αισθανόμουν ότι οι μελωδίες αυτές ταίριαζαν απόλυτα με το σαξόφωνο. Τότε περίπου ξεκίνησα να παίζω και φλάουτο. Όλα αυτά με οδήγησαν στη φολκ τζαζ.

Ποιες θα ‘λεγες ότι είναι οι κυριότερες επιρροές σου;

Μου αρέσουν όλα τα είδη της μουσικής αρκεί να υπάρχει μια δυνατή μελωδία. Για μένα αυτό είναι που μετρά περισσότερο. Αισθάνομαι περισσότερο συνδεδεμένος με τους καλλιτέχνες με τους οποίους έχω συνεργαστεί ή έχω μοιραστεί τη σκηνή. Είχα την ευκαιρία να παίξω με το Charlie Hunter Trio, τον Bill Frisell, τον Billy Martin (των Medeski, Martin & Wood), το James Carter Organ Trio, τον David Fiuzcynski, τον Jerry Bergonzi, τον Denison Witmer και τους Joy Electric. Καθένας τους με έχει επηρεάσει με τον τρόπο του. Ακούω επίσης Steve Reich, Philip Glass και John Adams και υπάρχουν πολλά μινιμαλιστικά στοιχεία στη μουσική μου.

Έχεις πει ότι συνθέτεις πάνω στην κιθάρα και ότι παίζεις το σαξόφωνο σαν να πρόκειται για ένα όργανο της φολκ. Πώς επιδρούν όλα αυτά στη μελωδική και την αρμονική σου προσέγγιση;

Αφήνω πάντοτε τη μελωδία να έχει το πάνω χέρι στα τραγούδια μου. Το ότι γράφω με την κιθάρα μού δίνει τη δυνατότητα να τραγουδώ δυνατά όσο συνθέτω. Αφού γρατσουνίσω για λίγη ώρα μπορεί να προκύψει μια καλή μελωδία. Βέβαια είναι μια διαδικασία που κρατά πολλή ώρα και κάνω πολλές δοκιμές και διορθώσεις. Συνήθως γράφω τη μελωδία και τα ακόρντα ταυτόχρονα και φέρνω το τραγούδι στο συγκρότημα. Υπάρχει πάντοτε μια «περίοδος κύησης» πριν το τραγούδι πάρει την τελική του μορφή. Μέσα σε αυτήν περιλαμβάνονται και οι ζωντανές εκτελέσεις που κάνουμε στις οποίες παρακολουθούμε την εξέλιξη του κομματιού. Παίζουμε σε πάνω από 100 συναυλίες κάθε χρόνο και έτσι είναι εύκολο για μας να κάνουμε το υλικό μας να εξελιχθεί.

Με τις συνθέσεις να έχουν επίκεντρο τη μελωδία η μουσική σου γίνεται πολύ προσιτή. Πώς αντιδρά συνήθως στις συναυλίες σας το κοινό που δεν ξέρει πολλά πράγματα για τη τζαζ;

Έχουμε την τύχη να προσελκύουμε τους λάτρεις της φολκ, αλλά και φίλους του ροκ και νομίζω μια καλή μελωδία μπορεί να τραβήξει οποιονδήποτε. Αυτός άλλωστε είναι και ο στόχος μας. Δεν προσπαθούμε συνειδητά να καταταγούμε σε μια συγκεκριμένη μουσική σκηνή. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι η μουσική μου να είναι ειλικρινής και αυτό προσελκύει τον κόσμο.

Τι σχεδιάζεις για το επόμενο διάστημα;

Όπως είπα τον Ιανουάριο κυκλοφορούμε το τρίτο μέρος της τριλογίας και θα περιοδεύσουμε για μεγάλο διάστημα για να το προωθήσουμε, κάτι που συνεχίζουμε να κάνουμε και για το ζωντανό μας άλμπουμ «Live at the Theatre», που είναι διαθέσιμο παντού. Στο άλμπουμ αυτό, που  ηχογραφήθηκε κατά τη διάρκεια μιας συναυλίας στην οποία μοιραζόμαστε τη σκηνή με το τρίο του Charlie Hunter, υπάρχει η διαφορετική ενέργεια που έχουμε όταν παίζουμε ζωντανά. Η βάση μας είναι η Νέα Υόρκη αλλά θα ήθελα να κάνουμε περισσότερες εμφανίσεις στην Ευρώπη για να επεκτείνουμε το ακροατήριό μας. Πρόσφατα περιοδεύσαμε στην Ιταλία και την Ελβετία μαζί με ένα γνωστό world music συγκρότημα, τους Musaner, στους οποίους έπαιζα τενόρο. Ελπίζω να τα καταφέρουμε να ξανάρθουμε στην Ευρώπη και τον επόμενο χρόνο.

Jazz & Tzaz, Δεκέμβριος 2010


Kατηγορίες

Email me:

vagarag at freemail.gr

Αρχείο

Blog Stats

  • 28.693 hits
Ιανουαρίου 2011
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 12
3456789
10111213141516
17181920212223
24252627282930
31